30 Ιανουαρίου 2021
Του Συμεών Ι. Πασχαλίδη

Από αρχαιοτάτων χρόνων η συλλογή πληροφοριών χρησιμοποιήθηκε ευρέως, είτε για την επίτευξη στρατιωτικών επιτυχιών στα πεδία των μαχών ή για την αξιολόγηση πολιτικών αντιπάλων όπως και για σκοπούς που αφορούσαν στην επιβολή της εξουσίας.

Σήμερα η συλλογή πληροφοριών μπορεί να είναι διαφόρων ειδών (για παράδειγμα στρατιωτική, πολιτική, βιομηχανική ) κι αποτελεί εργαλείο για την επιβίωση ενός κράτους ειδικά όταν σε αυτό υπάρχουν προβλήματα εθνολογικά, θρησκευτικά και γεωπολιτικά. Ένα από αυτά κράτη που στηρίζουν την επιβίωση τους και στις μυστικές υπηρεσίες εξαιτίας της ιδιαίτερης θέσης τους, είναι το Ισραήλ.  

Στη γένεση του το 1948, το Ισραήλ αντιλήφθηκε την ανάγκη της συλλογής πληροφοριών, των στοχευμένων χτυπημάτων σε αντιπάλους του, της εξουδετέρωσης στόχων, καθώς και της άσκησης επιρροής στο εξωτερικό με επίσημα και ανεπίσημα κανάλια, για χώρες που δεν υπήρχε ή δεν υπάρχει διπλωματικό πεδίο.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο Δαυίδ Μπεν Γκουριόν, ο πρώτος πρωθυπουργός της χώρας, ίδρυσε τη Σιν Μπετ για το εσωτερικό της χωρας, την ΑΜΑΝ για τις στρατιωτικές πληροφορίες και τη Μοσσάντ για τις επιχειρήσεις στο εξωτερικό, ενώνοντας παράλληλα τις διάφορες ομάδες (χαγκανά, λέχι) που ως τότε δρούσαν εναντίον των Βρετανών αποικιοκρατών αλλά και αραβικών στόχων, με στόχο την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους το οποίο είχε οραματιστεί πρώτος ο Θίοντορ Χερτσλ. Μάλιστα η ένωση αυτών των διαφόρων «ανταρτών» κρίθηκε επιτακτική διότι είχαν αρχίσει μεταξύ τους προστριβές οι οποίες κόστιζαν σε αίμα μεταξύ ομοεθνών.

Η Μοσσάντ λοιπόν όπως προαναφέρθηκε αποτέλεσε και αποτελεί την υπηρεσία εκείνη η οποία προστατεύει τα συμφέροντα του Ισραήλ εκτός των συνόρων αυτού.

O Δαυίδ Μπεν Γκουριόν, ο πρ΄ώτος Πρωθυπουργός του νεοσυσταθέντος κράτους τους Ισραήλ, και ιδρυτής των μυστικών υπηρεσιών Σιν Μπετ, Αμαν, και Μοσσάντ.

Απ τις πρώτες αποστολές της ήταν το κυνήγι πολλών ναζί οι οποίοι μετά το τέλος του Β παγκόσμιου πολέμου κατάφεραν να διαφύγουν σε διάφορες χώρες και κυρίως σε χώρες της Λατινικής Αμερικής. Σκοπός της ήταν είτε η αδρανοποίηση τους ή η σύλληψη τους και η προσαγωγή τους σε δίκη ώστε να λογοδοτήσουν για τα εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπράξει. .

 Η πιο γνωστή από αυτές τις επιχειρήσεις ήταν η σύλληψη - απαγωγή του Άντολφ Άιχμαν και η μεταγωγή του στο Ισραήλ με εμπορική πτήση της El Al όπου δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο δια απαγχονισμού. Ο Άιχμαν ήταν ο αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος και της τελικής λύσης που οδήγησε στα κολαστήρια των στρατοπέδων συγκέντρωσης εκατομμύρια ανθρώπους μεταξύ αυτών βρέφη και μικρά παιδιά. Ζούσε ανενόχλητος στην Αργεντινή με το όνομα Ρικαρντο Κλεμέντε και προστατευμένος από μια ομάδα παλιών Ναζί συντρόφων του. Η Μοσσάντ κατάφερε να τον αναγνωρίσει και να οργανώσει μια επιχείρηση με επικεφαλής τον δαιμόνιο πράκτορα της, Ράφι Έιταν, η οποία στέφθηκε με επιτυχία κι έτσι ο Άιχμαν πλήρωσε τα εγκλήματα για τα οποία ήταν ατιμώρητος ως τότε.  

Ένα δεύτερο πρόβλημα που προέκυψε για το Ισραήλ της  δεκαετίας του 1960 ήταν το πυραυλικό πρόγραμμα της Αιγύπτου και η πρόσληψη πολλών Γερμανών επιστημόνων εκ μέρους των Αιγυπτίων για την ολοκλήρωση του.

Η Μοσσάντ με χτυπήματα κυρίως εναντίον των επιστημόνων του προγράμματος χρησιμοποιώντας επιστολές - βόμβες, συμβατικά όπλα, απαγωγές και εκφοβισμούς κατάφερε να καθυστερήσει και να καταφέρει καίριο πλήγμα στα σχέδια των Αιγυπτίων που την εποχή εκείνη ήταν η πιο ισχυρή Αραβική χώρα στην χώρα στην περιοχή και εγγυήτρια δύναμη για τα όμορα και ομόθρησκα αραβικά κράτη. Αξίζει να σημειωθεί εδώ η στρατολόγηση επ ωφέλεια των Ισραηλινών ενός έμπιστου παρασημοφορημένου αξιωματικού του Γ Ράιχ και προσωπικού φίλου του Αδόλφου Χίτλερ, του Όττο Σκορτσένυ, οποίος με αντάλλαγμα τα χρήματα αλλά και την την παύση της δίωξης του για τα εγκλήματα του από το Κράτος του Ισραήλ αλλά και από το Ίδρυμα Σιμόν Βίζενταλ, συνεργάστηκε με τη Μοσσάντ, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για τους Γερμανούς που εργαζόταν στο πυραυλικό πρόγραμμα που αναφέρθηκε προηγούμενα.

Από τότε η Μοσσάντ οργάνωσε και εκτέλεσε δεκάδες επιχειρήσεις που θα αναφερθούν σε επόμενα άρθρα όπως πχ η τοποθέτηση τους Έλι Κόεν κάτω από τη μύτη των Σύριων, η εξουδετέρωση των πρωτεργατών της δολοφονίας των Ισραηλινών αθλητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972, η δολοφονία του Μahmoud al Mabhouh στο Ντουμπάϊ το 2010 μέχρι και τη συγκέντρωση φαρμακευτικού και υγειονομικού υλικού για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID 19.

Εν κατακλείδι, η υπηρεσία αυτή, αποτελεί το μακρύ χέρι του Ισραήλ στο εξωτερικό της χώρας και εργαλείο το οποίο σχετίζεται με την επιβίωση και την ευημερία της χώρας.

Έλι Κόεν. Ο Τζέιμς Μποντ της δεκαετίας του 1960.

Ο Έλι Κόεν γεννήθηκε το 1924 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από Εβραίους γονείς σε ένα παραδοσιακό  σιωνιστικό - εβραϊκό περιβάλλον εντός μιας  ακμάζουσας εβραϊκής κοινότητας που ζούσε αρμονικά με τον υπόλοιπο αραβικό πληθυσμό .

Φοίτησε  στο Πανεπιστήμιο του Καίρου και απαλλάχθηκε  από τη στρατιωτική θητεία λόγω αμφιβολιών για την αφοσίωση του στην πατρίδα απόρροια του θρησκευτικού  του προσανατολισμού.Λαμβάνει μέρος σε διάφορες επιχειρήσεις εναντίον της  Αιγυπτιακής κυβέρνησης και εξαιτίας αυτών των πράξεων, παρότι δεν αποδείχτηκε ποτέ η ενοχή του, αναγκάζεται να διαφύγει στο Ισραήλ το 1956.

Στρατολογείται από τον Ισραηλινές Δυνάμεις Ασφαλείας (Ι.Δ.Α) στον τομέα των πληροφοριών, αφού ήταν άριστος γνωστής της αραβικής γλώσσας και δυο χρόνια μετά από τη Μοσσάντ, για συμμετοχη σε μια επιχείρηση αδιανόητα τολμηρή για την οποία υπήρχαν αρκετές ενστάσεις στο εσωτερικό της υπηρεσίας ως προς την επιτυχία της έκβασης της. Ο αντικειμενικός σκοπός της αποστολής του ήταν να εισχωρήσει όσο το δυνατόν βαθύτερα  στη Συριακή κοινωνία ώστε αφενός να αποκομίσει πληροφορίες για την οργάνωση και ετοιμότητα του Στρατού και αφετέρου να αξιολογήσει την πολιτική κατάσταση στη χώρα.

Η «βιτρίνα» του (σιπούρ κισούι στα εβραικά) ήταν να παρουσιαστεί ως Σύριος επιχειρηματίας από τη Λατινική Αμερική ,συγκεκριμένα απ την Αργεντινή, όπου μετακόμισε εκεί το 1961 και εισχώρησε στην Αραβική κοινότητα ξοδεύοντας έναν μεγάλο αριθμό χρημάτων ώστε να γίνει ευκολότερα αποδεκτός. Το 1962 μετακομίζει στη Δαμασκό με το ψευδώνυμο Καμίλ Αμίν Ταάμπετ και ξεκινάει να γίνεται μέλος της υψηλής κοινωνίας της πόλης και φίλος πολλών στρατιωτικών, αξιωματούχων , επιχειρηματιών που ήταν φιλικά προσκείμενοι στο κυβερνών κόμμα Μπαάθ το οποίο εν τω μεταξύ είχε ανέλθει στην εξουσία. Ένας από αυτούς τους φίλους ήταν και ο ανιψιός του προέδρου της χώρας.Διοργανώνει πολυτελή πάρτυ στην οικία του με αλκοόλ και γυναίκες με σκοπό να κερδίσει την εύνοια των παραπάνω και να αποσπάσει πληροφορίες τις οποίες διαβιβάζει στο Τελ Αβίβ.

Κερδίζει σε τέτοιο βαθμό την εμπιστοσύνη τους ώστε καταφέρνει να επισκεφτεί τα υψίπεδα του Γκολάν τρεις φορές όπου σημειώνει και απομνημονεύει θέσεις προκεχωρημένων φυλακίων και πολυβολείων. Μάλιστα με την πρόφαση ότι θέλει να κάνει την καθημερινότητα των Σύριων στρατιωτών πιο εύκολη αναλαμβάνει το κόστος της φύτευσης ψηλών δέντρων έξω απ τα πολυβολεία ώστε οι στρατιώτες να απολαμβάνουν τον ίσκιο κατα τους θερινούς μήνες. Τα δέντρα όμως αυτά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά σημεία αναφοράς για το Ισραηλινό πυροβολικό ώστε να βάλει εναντίον των συριακών θέσεων με ακρίβεια και να τις εξουδετερώσει. Οι θέσεις αυτές δημιουργούσαν πολλά προβλήματα στο Ισραήλ γιατί είτε με βομβαρδισμούς  είτε με επιδρομές τρομοκρατούσαν τους αγρότες της περιοχής.Λέγεται ότι η κατάληψη των υψιπέδων του Γκολάν από το Ισραήλ στον πόλεμο των έξι ημερών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ακριβή διαβίβαση πληροφοριών εκ μέρους του Έλι Κόεν.

Τα πρώτα σύννεφα αμφιβολίας αρχίζουν να διαφαίνονται  όταν ένας δύσπιστος αξιωματικός, ο Άχμεντ Σουιντανί, αρχίζει να υποψιάζεται τον Κόεν. Μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε και η εν γένει συμπεριφορά του ίδιου ο οποίος δεν άκουσε τη συμβουλή των προϊσταμένων του να κινείται διακριτικά  στο «πεζοδρόμιο» και όχι στη «λεωφόρο». Άρχισε να κάνει μεταδόσεις μέσω του ασυρμάτου του αε καθημερινή βάση  και να ενημερώνει το Τελ Αβίβ. Εδώ να σημειώσουμε το διαμέρισμα του ήταν ακριβώς απέναντι από το Συριακό Γενικό Επιτελείο Στρατού.

Παρατηρείται λοιπόν από τους Σύριους μεγάλος όγκος εκπομπής  ραδιοκυμάτων στην περιοχή και ζητούν τη βοήθεια των Ρώσων ώστε να εντοπίσουν την πηγή. Οι Ρώσοι με ειδικό όχημα χτενίζουν την περιοχή και αποφαίνονται ότι τα ραδιοκύματα εκπέμπονται από το διαμέρισμα του Κοέν. Γίνεται επιδρομή στο σπίτι όπου και ανακαλύπτουν τον ασύρματο.

Συλλαμβάνεται,βασανίζεται οικτρά,δικάζεται από στρατοδικείο και τελικά καταδικάζεται σε θάνατο δια απαγχονισμού την κεντρική πλατεία της Δαμασκού στις 18 Μαΐου του 1965. Παρά τις προσπάθειες του Ισραήλ και των ΗΠΑ για μη εκτέλεση της ποινής δεν κατέστη δυνατή η σωτηρία του. Το πτώμα του θάφτηκε σε άγνωστη τοποθεσία και παραμένει ως σήμερα ένας από τους αγνοούμενους στρατιώτες για το Ισραήλ.

Το 2016 η Μοσσάντ έφτασε κοντά στο να φέρει το πτώμα πίσω στο Ισραήλ αλλά η προσπάθεια αυτή δεν είχε επιτυχία κυρίως λόγω του εμφυλίου στη Συρία και της αποσταθεροποίησης που επικρατούσε στην περιοχή. Το 2018 η ίδια υπηρεσία κατάφερε να αποσπάσει ένα ρολόι που ανήκε στον Κόεν ,πριν αυτό πωληθεί στην μαύρη αγορά ,το οποίο επέστρεψε στην οικογένεια του.

Σήμερα ο Έλι Κόεν θεωρείται ήρωας στο Ισραήλ και το κενοτάφιο του βρίσκεται στο στρατιωτικό νεκροταφείο στο βουνό Χερτζλ.֍       

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κατηγορία: Μέση Ανατολή